Όταν πια φτάσαμε στο ΝΑ, ο τρόπος που σκεφτόμασταν ήταν πλέον αναξιόπιστος και αυτοκαταστροφικός. Ο εθισμός είχε διαστρεβλώσει τις επιθυμίες μας, τα ενδιαφέροντά μας και την αίσθηση του τι είναι καλό για μας. Να γιατί είναι τόσο σημαντικό στην ανάρρωση να αρχίσουμε να πιστεύουμε σε μία Δύναμη μεγαλύτερη από εμάς, που μπορεί να μας καθοδηγήσει λογικά και αξιόπιστα, ενώ εμείς δεν μπορούμε. Έχουμε αρχίσει να μαθαίνουμε πώς να βασιζόμαστε στη φροντίδα αυτής της Δύναμης και να εμπιστευόμαστε την καθοδήγηση που μας παρέχει.
Όπως με κάθε διαδικασία εκμάθησης, θέλει εξάσκηση το να «προσευχόμαστε μόνο για τη γνώση της θέλησης του Θεού για μας και τη δύναμη να την εκτελέσουμε». Οι εγωιστικές συμπεριφορές –το να κοιτάμε μόνο την πάρτη μας– που είχαμε συνηθίσει να έχουμε στη χρήση, δεν εξαφανίζονται ως διά μαγείας. Αυτή η νοοτροπία μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που προσευχόμαστε. Μπορεί ακόμα και να πιάσουμε τον εαυτό μας να προσεύχεται ως εξής: «απάλλαξέ με από το τάδε ελάττωμα για να φαίνομαι καλός στους άλλους».
Όσο πιο ξεκάθαροι είμαστε με τις ιδέες και τις επιθυμίες μας, τόσο πιο εύκολα θα διακρίνουμε τη δική μας θέληση από τη θέληση της Ανώτερής μας Δύναμης. Μπορεί να λέμε στην προσευχή μας: «Μόνο και μόνο για να ξέρεις, Θέ μου, αυτό θα ήθελα για τη συγκεκριμένη κατάσταση. Ωστόσο, ας γίνει το δικό Σου θέλημα, όχι το δικό μου». Εφόσον κάνουμε αυτό, είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε και να δεχτούμε την καθοδήγηση της Ανώτερής μας Δύναμης.